Ψυχοθεραπεία VS Προπόνηση

“Θέλω να μου τα χώνεις!”. Είναι μια φράση που ακούω συχνά από θεραπευόμενούς μου. Συνήθως μέσα από αυτή τη φράση μου ζητάνε να τους λέω τη γνώμη μου, να τους δίνω συμβουλές και να τους λέω ανοιχτά τι είναι αυτό που βλέπω σε εκείνους. Με άλλα λόγια θέλουν να κατανοήσουν τον εαυτό τους και να αλλάξουν μέσω της ψυχοθεραπείας. Απόλυτα σεβαστό και λογικό. 

Γιατί όμως θέλουν το “χώσιμο”; Κάποιοι αποκτούν επίγνωση μέσα από μια συζήτηση, κάποιοι αναζητούν ένα “χαστούκι” αφύπνισης και κάποιοι φαινομενικά επιδιώκουν και λίγο “βρίσιμο” σαν μέρος της διαδικασίας. Αναρωτιέμαι επίσης ποια κρυμμένα μηνύματα υπάρχουν για τον καθένα ξεχωριστά πίσω από αυτή τη φράση.

Παρατηρώ ότι και στο κοινωνικό περιβάλλον πολλοί εκτιμούν τον άνθρωπο που τα λέει έξω από τα δόντια. Αυτόν που δεν θα στρογγυλέψει τις λέξεις του. Θα τις ρίξει ακόμα και σαν ρουκέτες. Αν εμπεριέχουν ειλικρίνεια, είναι καλοδεχούμενες. Σκέφτομαι όμως ότι ακόμα κι αν είναι έτσι, κατά πόσο ο άνθρωπος που  λαμβάνει την πρόταση-ρουκέτα μένει στο τέλος τραυματισμένος ή επωφελημένος.

Για παράδειγμα, ένας φίλος μας έχει παχύνει και θέλουμε να του το καθρεφτίσουμε. Αν έρθει εδώ ένα “χώσιμο”, για να τον κινητοποιήσουμε να προσέξει τη διατροφή του, θα έχουν αλήθεια αποτέλεσμα οι λέξεις μας; Πολλοί βέβαια ισχυρίζονται ότι η “αλήθεια πονά”, οπότε δεν φταίει η αλήθεια ούτε το “χώσιμο” για το αν ο άλλος πληγώνεται. 

Η αλήθεια πράγματι πονά. Ειδικά αυτή που έχει σχέση με την προσωπική μας αλήθεια. Όσοι έχουν βιώσει τη διαδικασία της ψυχοθεραπείας έχουν νιώσει λίγο ή πολύ αυτόν τον πόνο. Όταν έρχεται η συνειδητοποίηση ότι η πραγματικότητα που έχουμε δομήσει έχει πολλές ακόμα οπτικές και κάποιες φορές είχαμε βολευτεί στη δική μας και μόνο ανάγνωση, φέρνει μαζί τις ενόχληση. Ή όταν καλούμαστε να αναλάβουμε την ευθύνη μας για τις επιλογές μας ή για τον τρόπο που αποκωδικοποιούμε μια κατάσταση, έρχονται τα δύσκολα. 

Γιατί όμως πρέπει αυτή την επώδυνη κατάσταση να την δυσκολέψουμε περισσότερο; Τι κρύβεται πίσω από την αυστηρότητα στη φράση: “Θέλω να μου τα χώνεις!”; Πολλοί έχουν μάθει να επικοινωνούν με έναν τέτοιο επιτακτικό τρόπο. Έχουν την τάση να γίνονται επικριτικοί, είτε αλληλεπιδρώντας με τον εαυτό τους ή με άλλους. Αντί να ζητήσουν απλώς το λεγόμενο feedback με απλά λόγια, το ζητούν με αιχμηρότητα. Πιθανώς το ίδιο να αναπαράγουν και στις υπόλοιπες σχέσεις του. Ή όταν θέλουν οι ίδιοι να αλλάξουν, να “τρέχουν” τον εαυτό τους, να μην τον λυπούνται.

Η συλλογιστική αυτή μου θυμίζει την εποχή που έκανα kick boxing. Ο προπονητής μου συνήθιζε να μας τα χώνει ακόμα κι αν μας ζητούσε να κάνουμε κάμψεις. Καθόλου γλυκός δεν ήταν ο τρόπος που μας ζητούσε να εκτελέσουμε κάθε λογής άσκηση. Μάλιστα μας τα έχωνε στα λάθη μας και εμείς καλοδεχόμασταν αυτό το χώσιμο. Άλλωστε σε ένα περιβάλλον προπονητικό, και πόσο μάλλον πολεμικών τεχνών, η ατμόσφαιρα “σηκώνει” και “βαριές” κουβέντες. Ακόμα και όταν η ίδια βοηθούσα τον προπονητή μου στις προπονήσεις, έπαιρνα ένα σχετικά επιτακτικό ύφος φωνάζοντας στους συναθλητές μου ή κάποιες φορές χωνόμουν στα λάθη τους. 

Οι θεραπευόμενοί μου θα δυσκολεύονταν να με φανταστούν σε αυτό το ρόλο. Όπως ο προπονητής μου δυσκολεύτηκε να με φανταστεί στο νέο μου χόμπυ αρκετά χρόνια μετά, το μπαλέτο. Βέβαια και η δασκάλα στον κλασικό χορό θύμιζε τον δάσκαλο μου στο kick boxing. Τα έχωνε με την πρώτη ευκαιρία. Θα έλεγα συνοψίζοντας ότι στην προπόνηση  ο στόχος είναι η ενδυνάμωση και η υπέρβαση των ορίων των αθλητών. Με διάθεση βέβαια να ακούνε το σώμα τους. Οι προπονητές μέσα από τη φωνή τους, ή κάποιες φορές αγροφωνάρα τους, έχουν χτίσει ένα επικοινωνιακό ύφος με σκοπό την εκγύμναση των ασκούμενων. Οι ψυχοθεραπευτές έχουν επίσης φωνή. Διαφοροποιείται όμως σε πολλά σημεία. 

Η προσωπική μου διαδρομή ως θεραπεύτρια μου έχει δείξει την αξία της ισότητας στη θεραπευτική σχέση. Το “χώσιμο” με βάζει σε μια θέση ανώτερη από τον θεραπευόμενο και αυτό είναι κάτι που δεν θέλω να συμβαίνει. Ακόμα κι αν γνωρίζω περισσότερα από τον άνθρωπο που έχω απέναντι μου, δεν θα αρχίσω ούτε τις υποδείξεις ούτε θα τον ταράξω σε χαστούκια αφύπνισης. Η πρόθεση μου είναι να τον πάρω από το χέρι να συμπορευτούμε, να δείχνουμε ο ένας στον άλλο τι παρατηρούμε από τη διαδρομή και όταν έρθει η ώρα να αφήσουμε τα χέρια και να συνεχίσει καθένας μόνος του. Είναι πολύ πιθανό να “πλακωθούμε” στην πορεία για διάφορους λόγους. Ο τρόπος που θα διαχειριστούμε τη μεταξύ μας κρίση θα είναι ένα βιωματικό μάθημα για το πώς να λειτουργούμε σε αντίστοιχες καταστάσεις στη ζωή μας εκτός συνεδρίας. 

Αν αναπαράξουμε το μοντέλο “σου τα χώνω ως θεραπεύτρια και εσύ ακούς”, δεν θα δώσουμε στη θεραπευτική σχέση την ευκαιρία να πειραματιστούμε σε νέους τρόπους αλληλεπίδρασης και να δούμε τι μας ταιριάζει. Αυτό δεν συμβαίνει άλλωστε και στις σχέσεις μας γενικότερα; Συχνά μπορεί να θέλουμε κάτι συγκεκριμένο από τον άλλο και όταν δεν το παίρνουμε, αρχίζουμε το “χώσιμο”. 

Η Λειτουργική Αναλυτική Θεραπεία με έχει αφυπνίσει χωρίς καθόλου να έχω φάει χαστούκια συνειδητοποίησης. Βασίζεται στο τρίπτυχο “επίγνωση-θάρρος-αγάπη” ενισχύοντας την εφαρμογή των τριών αυτών συστατικών στην επικοινωνία. Είτε στη θεραπευτική είτε στην προσωπική μου ζωή έχω δει ότι δεν αρκεί κάποιος να είναι μόνο θαρραλέος και να τα χώνει. Το μήνυμα μπορεί να καταλήξει αποστροφικό στον παραλήπτη. Αξίζει το “χώσιμο” να είναι κάθε φορά εμπλουτισμένο με αγάπη και επίγνωση. Τότε μόνο η σχέση διατηρείται ισότιμη, αφυπνιστική και ικανή να γυμνάσει πολλές ψυχολογικές μυϊκές ομάδες.

Η ψυχοθεραπευτική διαδικασία μπορεί να έχει ένα κομμάτι “προπόνησης”, αλλά στο σύνολο της είναι μια ανθρώπινη βιωματική εμπειρία με πλαίσιο την ισότητα, το σεβασμό και την εμπιστοσύνη. Ας αναρωτηθούμε όλοι μας πώς θα ήταν διαφορετικό το feedback, αν αντικαταστούσαμε το “Θέλω να μου τα χώνεις!” με τη φράση “Χρειάζομαι τη γνώμη σου, επειδή σέβομαι την οπτική σου”. Και πώς τελικά θα ήταν διαφορετικές οι σχέσεις μας αν στηρίζονταν στο τρίπτυχο “επίγνωση-θάρρος-αγάπη” και όχι στο “χώσιμο”.